Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ελεημονώ < μεσαιωνική ελληνική

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /e.le.i.moˈno/

  Ρήμα επεξεργασία

ελεημονώ, παρατατικός: ελεημονούσα, χωρίς άλλους χρόνους


Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία