εγκλείσουμε
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
εγκλείσουμε
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εγκλείω
- θα εγκλείσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εγκλείω
εγκλείσουμε