Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

δυσφημήσετε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος δυσφημώ
  2. θα δυσφημήσετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος δυσφημώ