διαφορικός λογισμός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- διαφορικός λογισμός < → λείπει η ετυμολογία
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαδιαφορικός λογισμός αρσενικό
- (μαθηματικά) κλάδος των μαθηματικών που ασχολείται με τη μελέτη των ρυθμών μεταβολής των ποσοτήτων.
Δείτε επίσης
επεξεργασία- διαφορικός λογισμός στη Βικιπαίδεια
- Βικιπαίδεια - Λογισμός[1]
Μεταφράσεις
επεξεργασία διαφορικός λογισμός