διαλεχθούν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαδιαλεχθούν
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος διαλέγομαι
- θα διαλεχθούν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος διαλέγομαι
διαλεχθούν