δεσοξυριβονουκλεϊνικό οξύ

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

δεσοξυριβονουκλεϊνικό οξύ < → δείτε τις λέξεις δεοξυριβονουκλεϊκός και οξύ

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

δεσοξυριβονουκλεϊνικό οξύ και δεσοξυριβοζονουκλεϊνικό οξύ

  • η πλήρης ονομασία του DNA

  Μεταφράσεις επεξεργασία