γνύξ
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- γνύξ < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα
επεξεργασίαγνύξ (απαντά πάντα στη φράση γνὺξ ἐριπών: πέφτοντας στα γόνατα)
- (τροπικό επίρρημα) με λυγισμένα γόνατα, γονατιστά
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 5 (Ε. Διομήδους ἀριστεία.), στίχ. 309 (στίχοι 308-310)
- αὐτὰρ ὅ γ᾽ ἥρως | ἔστη γνὺξ ἐριπὼν καὶ ἐρείσατο χειρὶ παχείῃ | γαίης· ἀμφὶ δὲ ὄσσε κελαινὴ νὺξ ἐκάλυψε.
- πέφτει ο ήρως | στα γόνατά του και στην γην με το παχύ του χέρι | στηρίχθη και τα μάτια του μαύρη σκεπάζει νύκτα.
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- αὐτὰρ ὅ γ᾽ ἥρως | ἔστη γνὺξ ἐριπὼν καὶ ἐρείσατο χειρὶ παχείῃ | γαίης· ἀμφὶ δὲ ὄσσε κελαινὴ νὺξ ἐκάλυψε.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 5 (Ε. Διομήδους ἀριστεία.), στίχ. 68
- γνὺξ δ᾽ ἔριπ᾽ οἰμώξας, θάνατος δέ μιν ἀμφεκάλυψε.
- Βογγά, πέφτει στα γόνατα και ο θάνατος τον ζώνει.
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- γνὺξ δ᾽ ἔριπ᾽ οἰμώξας, θάνατος δέ μιν ἀμφεκάλυψε.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 5 (Ε. Διομήδους ἀριστεία.), στίχ. 309 (στίχοι 308-310)
Πηγές
επεξεργασία- γνύξ - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- γνύξ - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.