Ετυμολογία

επεξεργασία
γλυκύδακρυς < γλυκύς και δάκρυ


  Επίθετο

επεξεργασία

γλυκύδακρυς, υς, υ

  • που φέρνει δάκρυα γλυκά, όπως ο έρωτας, πιθανόν γενικά για δάκρυα που δεν είναι μόνον από πικρία, αλλά προκαλούνται από ανάμικτα συναισθήματα