Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γκιαούρ < → δείτε τη λέξη γκιαούρης

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɟaˈuɾ/
τυπογραφικός συλλαβισμός: γκια‐ούρ

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γκιαούρ αρσενικό άκλιτο