Ετυμολογία

επεξεργασία
γιούνισεξ < αγγλική unisex

  Επίθετο

επεξεργασία

γιούνισεξ άκλιτο

  • που ταιριάζει και στα δύο φύλα
ρούχα γιούνισεξ