Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γαμάτα < γαμάτος

  Επίρρημα επεξεργασία

γαμάτα (τροπικό)

περάσαμε γαμάτα στην εκδρομή.

αντώνυμη έκφραση επεξεργασία