βαλλήν
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- βαλλήν < λέξη πιθανόν φρυγικής προέλευσης
Ουσιαστικό
επεξεργασίαὁ βαλλήν και ὁ βαλήν
- ο βασιλιάς
- βαλήν, ἀρχαῖος βαλήν, ἴθι, ἱκοῦ (εμφανίσου βασιλιά, πανάρχαιε βασιλιά)
ὁ βαλλήν και ὁ βαλήν