Δείτε επίσης: αχνότρεμος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αχνοτρέμω < αχνο- + τρέμω

  Ρήμα επεξεργασία

αχνοτρέμω

  Μεταφράσεις επεξεργασία