Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ασελγήσετε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ασελγώ
  2. θα ασελγήσετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ασελγώ