Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

αρπαχτούν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αρπάζομαι
  2. θα αρπαχτούν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αρπάζομαι