αποτύχουμε
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίααποτύχουμε
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αποτυγχάνω
- θα αποτύχουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αποτυγχάνω
αποτύχουμε