Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αποκριθείς

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αποκρίνομαι
  2. θα αποκριθείς: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αποκρίνομαι