Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

απεργήσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος απεργώ
  2. θα απεργήσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος απεργώ