απελάσουμε
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίααπελάσουμε
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος απελαύνω
- θα απελάσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος απελαύνω
απελάσουμε