Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

απεκκρίνω < (ελληνιστική κοινήἀπεκκρίνω

  Ρήμα επεξεργασία

απεκκρίνω

  Μεταφράσεις επεξεργασία