αξιοποιηθεί
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
αξιοποιηθεί
- απαρέμφατο αορίστου του ρήματος αξιοποιούμαι
- θα αξιοποιηθεί: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αξιοποιούμαι
- να αξιοποιηθεί: γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αξιοποιούμαι