Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ανοικοδομήσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ανοικοδομώ
  2. θα ανοικοδομήσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ανοικοδομώ