Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ανιστορήσουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ανιστορώ
  2. θα ανιστορήσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ανιστορώ