Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ανασυστήσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος ανασυνιστώ
  2. θα ανασυστήσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ανασυνιστώ
  3. να ανασυστήσει: γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ανασυνιστώ