αναζωογονηθούμε
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
αναζωογονηθούμε
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αναζωογονούμαι
- θα αναζωογονηθούμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αναζωογονούμαι