αλγκονκίν
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αλγκονκίν άκλιτο, θηλυκό, μόνο στον ενικό ή ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- κωδικός: alq
- Algonquin language στην αγγλική Βικιπαίδεια
αλγκονκίν άκλιτο, θηλυκό, μόνο στον ενικό ή ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό