Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αγιάτρευτα < αγιάτρευτος

  Επίρρημα επεξεργασία

αγιάτρευτα

  Μεταφράσεις επεξεργασία