Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

έγκειται < αρχαία ελληνική ἔγκειμαι < ἐν + κεῖμαι

  Ρήμα επεξεργασία

έγκειται (μόνο στο γ' ενικό)

το παράδοξο έγκειται στην αντίφαση μεταξύ εμπειρίας και τυπικής λογικής

  Μεταφράσεις επεξεργασία