Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ψαλιδάκη < γενική ενικού του αρσενικού Ψαλιδάκης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ψαλιδάκη θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές επεξεργασία