Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Χάιντεμανν < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Χάιντεμανν αρσενικό ή θηλυκό