Δείτε επίσης: τόμε

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Τόμε < λείπει η ετυμολογία

  Μεταγραφή

επεξεργασία

Τόμε θηλυκό, ή ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία