Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
Τρώες
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
Τρώες
<
Τρωάδα
<
Τρως
Ουσιαστικό
επεξεργασία
Τρώες
αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
ο λαός της
Τρωάδας
, οι πολίτες της
Τροίας
. Στον ενικό, ο Τρώας.
Συγγενικά
επεξεργασία
Τρωικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Τρώες