Συζήτηση:hyphenate
Υπάρχουν ελληνικοί όροι για τους αγγλικούς όρους: hyphen (ενωτικό), hyphenate (ενωτικεύω), hyphenation (ενωτίκευση), αλλά δυστυχώς τα σχετικά λήμματα έχουν αφαιρεθεί από το Βικιλεξικό. Πηγές όπως ο ΕΛΟΤ και η ΕΛΕΤΟ (οι οποίοι είναι δύο φορείς που κατεξοχήν δημιουργούν γλώσσα και ορολογία σε πάμπολλους τομείς) αφαιρούνται συστηματικά από το Βικιλεξικό. Αφού δεν υπάρχει άλλο ρήμα στα ελληνικά ισοδύναμο με το ρήμα hyphenate (το συλλαβίζω αποδίδει άλλη έννοια και το υφενίζω και τα παράγωγά του (που έχουν χρησιμοποιηθεί) είναι εντελώς εσφαλμένα και παραπειστικά) γιατί να μην περιληφθεί ο όρος που έχει ήδη χρησιμοποιηθεί σε τεχνικά κείμενα και περιλαμβάνεται στις βάσεις όρων της ΕΛΕΤΟ ή του ΕΛΟΤ; Φαίνεται πως οι αρμόδιοι διαχειριστές κρίνουν πως οι όροι της Ορολογίας δεν έχουν θέση σε ένα γενικό λεξικό, ενώ τα γενικά λεξικά έχουν πολλούς ειδικούς όρους π.χ. της γλωσσολογίας, που ο κοινός χρήστης μάλλον δεν τους χρειάζεται... --Έκτωρ (συζήτηση) 19:16, 3 Ιουλίου 2020 (UTC)