Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σκοτ < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σκοτ αρσενικό άκλιτο

  1. ανδρικό όνομα
  2. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)