Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ντούισμπουργκ < γερμανική Duisburg

  Μεταγραφή επεξεργασία

Ντούισμπουργκ ουδέτερο άκλιτο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία