Ντε Μόιν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Ντε Μόιν < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Ντε Μόιν θηλυκό, ή ουδέτερο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Ντε Μόιν
|