Μοντεμόρ-ο-Νόβο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μοντεμόρ-ο-Νόβο < → λείπει η ετυμολογία
Μεταγραφή επεξεργασία
Μοντεμόρ-ο-Νόβο θηλυκό
- πόλη της Πορτογαλίας
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Μοντεμόρ-ο-Νόβο
|
Μοντεμόρ-ο-Νόβο θηλυκό
|