Ετυμολογία 1

επεξεργασία
Μάσα < ιταλική Massa

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μάσα θηλυκό

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Ετυμολογία 2

επεξεργασία
Μάσα < γενική ενικού του αρσενικού Μάσας

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μάσα θηλυκό άκλιτο (αρσενικό Μάσας)

Μεταγραφές

επεξεργασία