Μάλα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Μάλα < πιθανώς mala («μικρή», σε σλαβικές γλώσσες) → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜάλα θηλυκό
Μεταγραφές για το επώνυμο
επεξεργασίαΜεταφράσεις για το όνομα
επεξεργασία Μάλα
|