Ετυμολογία

επεξεργασία
Λατζκούλης < πατρωνυμικό Λάτζκος < υποκοριστικό του Λάζος < Λάζαρος[1]

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Λατζκούλης αρσενικό

Μεταγραφές

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 Κωνσταντίνος Ντίνας, (1995), Κοζανίτικα επώνυμα (1759–1916), Κοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης), σελ.66