Κυριακέας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κυριακέας < + -έας • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚυριακέας αρσενικό (θηλυκό Κυριακέα)
Κυριακέας αρσενικό (θηλυκό Κυριακέα)