Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κορνέτο, ή Ταρκουίνια < ιταλική Corneto (Tarquinia)

  Μεταγραφή επεξεργασία

Κορνέτο ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία