Κιτροέφ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κιτροέφ < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚιτροέφ αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Αλέξανδρος Κιτροέφ στη Βικιπαίδεια (γένν.1955), Έλληνας ιστορικός, πανεπιστημιακός