Κατράκη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κατράκη < γενική ενικού του αρσενικού Κατράκης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚατράκη θηλυκό, άκλιτο
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Βάσω Κατράκη στη Βικιπαίδεια (1914-1988), Ελληνίδα χαράκτρια
Κατράκη θηλυκό, άκλιτο