Κατηγορία:Συμφυρμοί (γερμανικά)
Γλώσσα: Γερμανικά » Ετυμολογία » Μορφολογία » Συντομεύσεις » Συμφυρμοί ««« |
- Συμφυρμός: η συνένωση δύο συγγενών γλωσσικών στοιχείων για τη δημιουργία ενός νέου, ανάμεικτου.
Σελίδες στην κατηγορία "Συμφυρμοί (γερμανικά)"
Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 2 σελίδες, από 2 συνολικά.