Κανελλέας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κανελλέας < + -έας • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚανελλέας αρσενικό (θηλυκό Κανελλέα)
Κανελλέας αρσενικό (θηλυκό Κανελλέα)