Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Καλλίτυχος < καλλί- + τύχη + -ος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Καλλίτυχος αρσενικό