Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ιλόιλο < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ιλόιλο αρσενικό ή θηλυκό