Ετυμολογία

επεξεργασία
Θεοπρεπή < γενική ενικού του αρσενικού Θεοπρεπής

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Θεοπρεπή θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα
  2. γυναικείο επώνυμο (αρσενικό Θεοπρεπής)

Μεταγραφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία