Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Θαύμαστος < θαυμαστός

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Θαύμαστος αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία